Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2011

Στο δρόμο προς τη δραχμή


Οι πανηγυρισμοί για την έλευση Παπαδήμου, μετατράπηκαν αστραπιαία σε παγωμένα χαμόγελα και αμέσως μετά σε θλίψη. Η εικόνα της νέας κυβέρνησης, με τον αμήχανο πρωθυπουργό να κάθεται ανάμεσα σε Πάγκαλο και Βενιζέλο, ενώ ακριβώς πίσω τους στέκονταν ο Βορίδης με τον Άδωνι, προκάλεσε γενική θυμηδία και ταυτόχρονα μεγάλη ανησυχία: πού πάμε ακριβώς;

Προς τη δραχμή πάμε, επανερχόμαστε στην αφετηρία μας. Όλες οι ενδείξεις αυτό δείχνουν. Η έκθεση της Κομισιόν με τους δείκτες της ελληνικής οικονομίας να βρίσκονται εκτός ελέγχου και να καταρρέουν (δημόσιο χρέος σχεδόν 200% του ΑΕΠ για το 2013, ανεργία 19%, συνεχιζόμενη ύφεση τουλάχιστον μέχρι το 2014), η εμμονή των Ευρωπαίων στην καταστροφική πολιτική μείωσης ελλειμμάτων σε περίοδο ύφεσης,  η απροθυμία των Γερμανών και της ΕΚΤ να παρέμβουν καλύπτοντας τις ανάγκες των υπερχρεωμένων κρατών και η αδυσώπητη επίθεση των αγορών στην Ιταλία, την Ισπανία και τη Γαλλία, καταδεικνύουν πως η πορεία είναι προδιαγεγραμμένη και δεν υπάρχει πια οδός επιστροφής: το ευρώ σε λίγους μήνες είτε δεν θα υπάρχει είτε θα αφορά μόνον τις κεντροευρωπαϊκές χώρες.

Μέσα σ’ αυτό το κλίμα η πρωθυπουργοποίηση Παπαδήμου, ενός ειδικού στα νομισματικά, συμβαδίζει άριστα με αυτήν την πορεία. Ποιος θα μπορούσε εξάλλου να χειριστεί καλύτερα την μετάβαση στη δραχμή, από αυτόν που χειρίστηκε την μετάβαση από τη δραχμή στο ευρώ; Ο Πετσάλνικος;

Το έργο της κυβέρνησης Παπαδήμου είναι να μαζέψει με τάξη το τραπέζι μετά το γεύμα, να ρυθμίσει την διακίνηση εμπορευμάτων και χρήματος σ’ αυτές τις τελευταίες ημέρες του ευρώ και να αναδιατάξει όσο γίνεται την αγορά, έτσι ώστε η Ελλάδα να μπορέσει συντεταγμένα να υποδεχθεί την νέα πραγματικότητα εκτός ευρωζώνης, με συγκροτημένη και σε πλήρη ισχύ την συμμαχία μεταξύ εγχώριας της επιχειρηματικής και πολιτικής τάξης.

Οι στόχοι του εξάλλου είναι ενδεικτικοί: είσπραξη της 6ης δόσης, κύρωση των συμφωνιών και εκλογές. Στο διάστημα αυτό θα μπορέσουν επίσης να επιβιώσουν όπως- όπως οι ελληνικές τράπεζες και οι ισχυροί επιχειρηματικοί όμιλοι. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, ήταν φυσικά αδύνατον ο Σαμαράς να αποφύγει την τροποποίηση της πολιτικής του τακτικής. Το κόστος θα ήταν τεράστιο για τον ίδιο και το κόμμα του, εφόσον θα αναλάμβανε την ευθύνη της απόλυτης σύγκρουσης με τον γαλλογερμανικό άξονα, τον ελληνικό τραπεζικό και επιχειρηματικό κόσμο, τα ΜΜΕ και την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη. Παράλληλα θα κινδύνευε, ως μη όφειλε, να χρεωθεί αυτός ο ίδιος την πορεία προς τη δραχμή.
Επομένως υποχρεώθηκε εκ των πραγμάτων σε αναδίπλωση. Το ίδιο έπραξε και ο Παπανδρέου, ο οποίος ουσιαστικά εκδιώχθηκε από τον γαλλογερμανικό άξονα, όταν έγινε αντιληπτό ότι χειριζόταν την κρίση με άξονα το συμφέρον της παράταξής του. Το μήνυμα για την άμεση απομάκρυνσή του πέρασε αμέσως στην κοινοβουλευτική ομάδα και τέλος οι ταυτόχρονες πιέσεις στους δύο αρχηγούς επέβαλαν τον Παπαδήμο.

Ωστόσο, είναι σαφές πως η κυβέρνηση αυτή δεν έχει καμία πιθανότητα επιβίωσης πέραν των εορτών. Είναι βέβαιον πως μόλις εκταμιευθεί η 6η δόση θα κλιμακωθεί γρήγορα η επίθεση από όλες τις πλευρές και στο τέλος θα οδηγηθούμε σε εκλογές. Διότι δεν είναι δυνατόν να κυβερνάται η χώρα από μία κυβέρνηση κολάζ, χωρίς να έχει ερωτηθεί ο λαός. Κυβερνήσεις συνεργασίες βιώσιμες, προκύπτουν μόνον μετά από εκλογές. Κάθε άλλη λύση είναι πολιτικά απαράδεκτη και συνταγματικά έωλη.

Σε κάθε περίπτωση ο Παπαδήμος καλείται να οδηγήσει τη χώρα με σχετική ασφάλεια στο δρόμο που θα μας υποδείξουν οι ίδιες οι συνθήκες. Καλόν είναι και ο ίδιος να αντιληφθεί ότι αυτό που προέχει τώρα είναι να κρατηθεί το εσωτερικό μέτωπο ενωμένο, να μοιραστεί δηλαδή η τράπουλα δίκαια και μετά ας αποφασίσει ο λαός για το μέλλον του. Μόνον που αυτή η απόφαση θα πρέπει να παρθεί άμεσα. Δεν είναι ώρα τώρα να αναβιώσουμε τις ιστορικές εμπειρίες των κυβερνήσεων εθνικής σωτηρίας.

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2011

Οι ζαριές του Γιώργου Π.



Η «διπλή πρωθυπουργική κυβίσθηση» της 3ης Νοεμβρίου θα μείνει αναμφίβολα στην ιστορία, ως ένα από τα θεαματικότερα πολιτικά κόλπα των τελευταίων δεκαετιών. Ο εμπνευστής της μπερδεύτηκε ο ίδιος, μπέρδεψε τους υπουργούς και τους βουλευτές του, τον Α.Σαμαρά και τη ΝΔ, αλλά και ολόκληρη την Ευρώπη με το διεθνές πολιτικο-οικονομικό σύστημα. Για μερικές ώρες, άντε 24ωρα. Τώρα όλοι βλέπουμε τί έχει συμβεί:
  • Ο Γ.Παπανδρέου πήγε στις Βρυξέλλες στις 26 Οκτωβρίου, όπου οι Ευρωπαίοι ηγέτες παζάρεψαν μέχρι τελικής πτώσεως με τους τραπεζίτες και, όχι μόνο χαμογέλασε συγκαταβατικά, αλλά ευχαρίστησε και δημόσια όταν του παρουσίασαν την συμφωνία για το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους. Έδωσε τα χέρια με τη Μέρκελ και τον Σαρκοζί.
  • Γύρισε στην Αθήνα. Aπηύθυνε διάγγελμα στον ελληνικό λαό και τον καθησύχασε, ότι τώρα μπορούμε απαλλαγμένοι από ένα μέρος του χρέους να το παλέψουμε και να ορθοποδήσουμε.
  • Μετά άλλαξε γνώμη. Βγήκε στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ και άφησε άλαλους τους βουλευτές του, ανακοινώνοντας ότι θα πάει σε δημοψήφισμα για την έγκριση της δανειακής σύμβασης από τον λαό.
  • Μετά σηκώθηκε και πήγε στις Κάννες. Η Μέρκελ, ο Σαρκοζί και το σύμπαν των Ευρωπαίων ηγετών και αξιωματούχων, που θεωρούσαν άπαντες εαυτόν εξαπατημένο από τον Ελληνα πρωθυπουργό, του το έδειξαν και του είπαν ότι κάπου εδώ τελειώνουν τα δίευρα και αρχίζουν τα δίφραγκα...
  • Ο Γιώργος είπε «πάσο». Βγήκε σα να μην τρέχει τίποτα, στα όρθια γιατί δεν του επέτρεψαν καν να κάνει τις δηλώσεις του στην αίθουσα των συνεντεύξων Τύπου, όπου μίλησαν οι κανονικοί ηγέτες. Και συμφώνησε, ότι θα γίνει δημοψήφισμα για το αν θα μείνουμε ή θα βγούμε από το ευρώ. Εκανε πολιτικό παιχνίδι με τις ζωές μας. Με το μέλλον των παιδιών μας, αλλά και με τα νεύρα των Ευρωπαίων συμπολιτών μας, που από εκείνη την ώρα κάνουν δεύτερες σκέψεις για την παρουσία μας στην ευρωζώνη. Επαιξε και με τα νεύρα του Σόιμπλε, ο οποίος πληροφορούμαι έχει έτοιμο ένα “contingency plan” (σχέδιο Β), που μπορεί να βγάλει από το συρτάρι του αν κρίνει σκόπιμο να εξηγήσει τη Μέρκελ τί θα γίνει σε μία πιθανή έξοδο (ή έξωση) της Ελλάδας από το ευρώ.
  • Και μετά ο Πρωθυπουργός γύρισε στην Αθήνα και σήκωσε την παράσταση «απόψε αυτοσχεδιάζουμε». Αφησε ένα ολόκληρο πρωινό τους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ να μπαινοβγαίνουν στη Βουλή και να δηλώνουν στα κανάλια ότι δεν θα επιτρέψουν δημοψήφισμα για την έξοδο από το ευρώ και δε θα δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση. Πήγε στο υπουργικό συμβούλιο και μπλοφάρισε, αφήνοντας να εννοηθεί ότι παραιτείται οσονούπω, δρομολογώντας μετάβαση σε κυβέρνηση συνεργασίας με ορίζοντα εκλογών. Το μετέδωσαν τα μεγαλύτερα ειδησεογραφικά δίκτυτα σε ολόκληρο τον πλανήτη. Τον πίστεψαν οι δικοί του, τον πίστεψε κι ο Σαμαράς, που βγήκε να καθησυχάσει τον κόσμου και είπε ότι θα ψηφίσει την δανειακή σύμβαση, ως «αναπόφευκτη». «Τσίμπησε – τσίμπησε», αναφώνησαν χασκογελώντας οι συνεργάτες (ή μήπως οι συμμαθητές του Γιώργου, στο νηπιαγωγείο του Μαξίμου;) και μετά ο Παπανδρέου πήγε στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ και την (ξανα)παγίδεψε, καμαρώνοντας επειδή είχε «εκθέσει» τον αρχηγό της ΝΔ. 

Νομίζει ο κύριος Παπανδρέου ότι είναι μόνος του; Oτι παίζει το παιχνιδάκι «ποιός θα τη φέρει πρώτος σε ποιόν», με αντίπαλο τον κύριο Σαμαρά; Μήπως φαντάζεται ότι εμείς οι υπόλοιποι είμαστε κουφοί, στραβοί, απόντες, ή θεατές σε θεατρική παράσταση; Αυτό καταλαβαίνει; Δεν του περνά από το μυαλό, ότι παίζει με τις ζωές των ανθρώπων, με τους κόπους και τις αγωνίες τους, με το αύριο των παιδιών τους;

Tα παιχνιδάκια μεταξύ των πολιτικών δεν αφορούν τους πολίτες. Ποτέ δεν τους αφορούσαν. Η κοινωνία είναι αγανακτισμένη με τα ψέματα, μπουχτισμένη με τα τερτίπια και τσακισμένη από τα λάθη επί λαθών, που καλείται πάντοτε να πληρώσει μία βουβή πλειοψηφία συναποτελούμενη από τους λιγότερο τεμπέληδες, λιγότερο ευνοημένους, λιγότερο βολεμένους και περισσότερο εξαπατημένους.

Για τον Παπανδρέου, αλλά και για τον Σαμαρά και για όλο το πολιτικό σύστημα, πλησιάζει μία αμείλικτη στιγμή – σε ένα με δύο μήνες το πολύ, από σήμερα. Γιατί μετά από τα κόλπα, τις μπλόφες και τις κυβισθήσεις, θα έρθει η ώρα που θα πρέπει να εφαρμοστούν οι όροι της δανειακής σύμβασης. Η Ευρώπη δεν συγχωρεί και δεν περιμένει άλλο. Ποιός θα κάνει αυτά που συνομολογούν οι Παπανδρέου – Σαμαράς ως «αναποφευκτα» για την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ; Oι ίδιοι που εξετέθησαν; Οι εξαπατημένοι και γελοιοποιημένοι υπουργοί και βουλευτές; To ξοφλημένο πολιτικό προσωπικό της χώρας, στο οποίο μόλις δόθηκε η χαριστική βολή;
Ακόμη και αν λάβει ψήφο εμπιστοσύνης απόψε η κυβέρνηση, ακόμη και αν κάνει μέσα στις επόμενες ώρες ο Πρωθυπουργός την κίνηση που απαιτεί η βουβή πλειοψηφία της κοινωνίας, ανοίγοντας το δρόμο για κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας, ίσως έχει κάψει ήδη και το τελευταίο του χαρτί. Το ξέρω ότι ακούγεται μακάβριο, αλλά αυτό που έκανε ο Γ.Παπανδρέου με την διπλή κυβίσθηση, ήταν μία σπασμωδική κίνηση: αντί να πιαστεί από τα μαλιά του, προτίμησε να αρπαχτεί από τον Α.Σαμαρά. Αυτό που ακούστηκε, ίσως ήταν ένας επιθανάτιος ρόγχος
.

Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2011

Το Λάθος....


Στα 54 μου χρόνια, πρώτη φορά ψήφισα ΠΑΣΟΚ. Όχι γιατί με συνδέει ιδεολογική ή άλλη σχέση προσωπική ή ιδιοτελής με το συγκεκριμένο κόμμα.
Ψήφισα ΠΑΣΟΚ. Βασικά ψήφισα τον Παπανδρέου όχι τόσο γιατί πίστεψα τα αφηρημένα οράματα που μας πουλούσε, αλλά γιατί ήλπιζα σε κάτι καλύτερο από τον Καραμανλή.
Ψήφισα ΠΑΣΟΚ για λόγους που είχαν να κάνουν με την αποτυχία της ΝΔ να δώσει όραμα, στόχο και ηθική υπόσταση στα όνειρα και τις απαιτήσεις των Ελλήνων που της έδωσαν μεγάλη πλειοψηφία και μεγαλύτερη ανοχή για να έχει μέλλον αυτός ο τόπος.

Πίστευα ότι μια αλλαγή θα έσωζε αυτόν τον έρημο τόπο, θα έβαζε ένα στόχο και προοπτική.
Πίστευα ότι τα λεφτά που υπήρχαν θα ήταν τα λεφτά που θα έκοβαν από τους προμηθευτές, από τους γλύφτες της εξουσίας, από τους ανάξιους να εργαστούν κρατικοδίαιτους, από τους τοκογλύφους της εθνικής συνείδησης και της εκμετάλλευσης τυ Έλληνα. Σιχάθηκα που έβλεπα λαμόγια να περιτριγυρίζουν τον Καραμανλή και να επιδεικνύουν τη λεία τους χωρίς ντροπή. Απέστρεψα το βλέμμα μου από ένα σύστημα που το 2004 πίστευα ότι μπορούσε να φανεί αντάξιο των καιρών και των ευθυνών του.

Σήμερα ντρέπομαι για την επιλογή μου του 2009. Και δεν ντρέπομαι γιατί ψήφισα. Ντρέπομαι για τον σημερινό εξευτελισμό της χώρας μου. Ντρέπομαι για την απαξίωση αυτής της χώρας μου. Ντρέπομαι γιατί πίστευα ότι δεν υπάρχει Έλληνας που θα μπορύσε να κάνει τόσο κακό σε όλους μας, αλλά προπαντός να ξευτιλίσει κάθε έννοια πατρίδας, εθνικής κυριαρχίας και να εκμηδενίσει τα οράματα 10 εκατομμυρίων εδώ και άλλων τόσων σε όλο τον κόσμο.

Αισθάνομαι συνυπεύθυνος, με όσο βάρος και σημασία μπορεί να έχει μια ψήφος. Αλλά δυστυχώς υπήρχαν και τόσες άλλες ταυτόσημες ψήφοι. Ψήφοι διαμαρτυρίας, ψήφοι απόγνωσης και αποστροφής σε μια πλειοψηφία, σε ένα Καραμανλή που απογοήτευσε, σε μια παράταξη που δεν κατάλαβε τι εκπροσωπούσε και τι ευθύνες είχε.

Δεν ζητάω ούτε την κατανόηση, ούτε την άφεση από κανένα.
Πρώτα απ’ όλα θέλω να αποκτήσω τη σχέση εμπιστοσύνης με τον προδομένο μου εαυτό, με την πολιτική μου συνείδηση. Ζητάω συγγνώμη από αυτούς που έμειναν και πάλεψαν, από αυτούς που δεν πίστεψαν σε ψεύτικα μεγάλα λόγια. 

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2011

Λαός ή τζάμπα μάγκας;


Σε ό,τι αφορά εμάς τους πολίτες, θα πρέπει να κοιτάξουμε τους εαυτούς μας στον καθρέπτη και να απαντήσουμε, εάν πίσω από αυτό που βλέπουμε είναι ένας πολίτης που μπορεί να πάρει δύσκολες και οδυνηρές αποφάσεις ή ένας «τζάμπα μάγκας» που ενώ μπορεί να στέκεται έξω από τη Βουλή και να φωνάζει «Να καεί, να καεί….» ή να παρακαλάει τους πολιτικούς «πάρτε το μνημόνιο και φύγετε από δω», ταυτόχρονα δεν μπορεί να αποφασίσει ο ίδιος, αλλά αναζητεί κάποιον «μεσσία», προκειμένου να σηκώσει τις δικές του ευθύνες.
Απίστευτα γεγονότα εκτυλίσσονται τα τελευταία εικοσιτετράωρα στη χώρα μας, μπροστά στα έκπληκτα μάτια όλων μας, έπειτα από την εκδήλωση της πρόθεσης του Παπανδρέου για την διενέργεια δημοψηφίσματος. Και μόνο στη σκέψη ότι μπορεί να κληθεί ο λαός να αποφασίσει για το οικονομικό του μέλλον, απασφαλίστηκαν παντός είδους…. καθεστωτικές δυνάμεις, οι οποίες με μαθηματική ακρίβεια θα οδηγήσουν στην πτώση Παπανδρέου, εκτός και αν ο τελευταίος «συνετιστεί».
Από χθες λοιπόν, όλα τα καθεστωτικά ΜΜΕ (οι ταγοί της αντικειμενικής ενημέρωσης του ελληνικού λαού ντε) και τα παπαγαλάκια του καθεστώτος, ξεσαλώνουν εναντίον του δημοψηφίσματος, με το επιχείρημα ότι είναι Εθνικά (ξαναβρήκαν τον όρο) επικίνδυνο και βάζει σε κίνδυνο την πορεία μας στην Ενωμένη Ευρώπη (αυτή που κατηγορούσαν ως Ευρώπη των μονοπωλίων).  Ξαφνικά ξέθαψαν παλιά στελέχη του ΠΑΣΟΚ της Σημιτικής περιόδου, τα οποία καταφέρονται εναντίον του Παπανδρέου. Κωμικοτραγικά πράγματα.
Το κωμικότερο στην όλη υπόθεση είναι ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης, εντελώς πανικοβλημένα, ενώ από το ένα μέρος ζητούν την απομάκρυνση του Παπανδρέου ως πολιτικά ανίκανου και επικίνδυνου, από το άλλο μέρος υπόσχονται ότι θα τηρήσουν τις συμφωνίες του και τις υπογραφές του, χωρίς να απαιτείται δημοψήφισμα για να τα εγκρίνει ή να τα απορρίψει ο λαός, αλλά μόνο εκλογές, για να αλλάξουν απλά οι καρέκλες της εξουσίας.
Και όλα αυτά γίνονται προκειμένου για να μην δοθεί η δυνατότητα στο λαό να μπει στα κέντρα λήψης των αποφάσεων, γιατί μετά, αφενός θα δεθούν τα χέρια του πολιτικού συστήματος και δεν θα μπορεί να παίζει ελεύθερα τα πολιτικά παιχνίδια του, αφετέρου όταν δώσεις «θάρρος στον χωριάτη» ο τελευταίος θα ζητήσει ευθύνες και επιστροφή των κλεμμένων. Για τέτοια είμαστε τώρα; Είναι ποτέ δυνατόν να ανοίξουν οι «ασκοί του Αιόλου» οι οποίοι θα οδηγήσουν στην κατάρρευση του καθεστώτος και στην τιμωρία των ενόχων;; Είμαστε έτοιμοι να πιστέψουμε οτι κάπως έτσι θα γίνουν τα πράγματα;
Είμαστε έτοιμοι να γίνουμε "οι χωριάτες" που θα ανέβουν στο κρεββάτι και να χαλάσει ο γάμος;

Πιστεύω ότι είναι ερωτήματα που σύντομα θα απαντηθούν. Είτε παραμείνουμε αφελείς είτε όχι. 


Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011

Tο «πολιτικό νηπιαγωγείο» τέλειωσε


Κραυγάζουν γιατί δεν τους δίνουν πολιτική διέξοδο
Οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, τα επεισόδια και οι προπηλακισμοί εναντίον πολιτικών προσώπων που  εξελίχθηκαν κατά τη διάρκεια των παρελάσεων την 28η Οκτωβρίου ανέδειξαν δύο διαφορετικές- πρωτόγνωρες για τα μεταπολιτευτικά δεδομένα- καταστάσεις.
Από τη μία πλευρά, η χρήση της εθνικής επετείου για να εκδηλωθεί -όπως έγινε σε ορισμένες περιπτώσεις- με ακραίο τρόπο, η λαϊκή δυσαρέσκεια, μεταθέτει το «εθνικό» στο πολιτικό και εξωθεί τους διαχρονικούς συμβολισμούς της συλλογικής εθνικής συνείδησης στο πεδίο της σύγχρονης πολιτικής αντιπαράθεσης. Η κρίση και οι συνέπειές της στην κοινωνία λειτουργούν, πλέον, ως οδοστρωτήρες, καταρρίπτουν παραδόσεις και σύμβολα εθνικής ενότητας, παραβιάζουν κοινές αξίες συμμετοχής στην εθνική μνήμη, δημιουργούν συνθήκες μεταποίησης  της εθνικής επετείου σε πολιτική χειρονομία και οικειοποίησης του «εθνικού» για την καταγραφή της λαϊκής αντίδρασης.
Τα παραπάνω δεν θα πρέπει να μας απασχολήσουν ως σημεία των καιρών, αλλά ως συμπτώματα μίας καταστροφικής πολιτικής και κοινωνικής κατάρρευσης. Το πρωτόγνωρο των εκδηλώσεων αυτών εναντίον των εκπροσώπων της πολιτικής τάξης έγκειται στο ότι οι πολίτες αισθάνονται να έχουν χάσει, πλέον, το κοινωνικό δίχτυ ασφάλειας και αιωρούνται στο κενό. Φοβούνται τα πάντα, δεν εμπιστεύονται κανέναν  και πιστεύουν όλο και λιγότερο στο μέλλον το δικό τους, όπως και στο μέλλον αυτής της χώρας. Αντιδρούν απέναντι σε κάθε μορφή πολιτικής εκπροσώπησης και εξουσίας (πολιτικούς, τοπικούς παράγοντες, εκπροσώπους θεσμών) που παρατάχθηκε σε αυτή την επέτειο στις θέσεις των επισήμων για να συμβολίσει την εθνική ενότητα.  Αυτή η ενότητα χάνεται ολοένα και περισσότερο σε μία πατρίδα υπό διεθνή οικονομική και πολιτική επιτροπεία και δεν είναι δυνατό να ανασυγκροτηθεί με ενέσεις εθνικού θάρρους, όσο και αν προσφέρονται γι’ αυτό οι εκδηλώσεις μίας εθνικής επετείου. Ας το καταλάβουμε, η πολιτική, οικονομική και κοινωνική κρίση που βιώνει η χώρα διχάζει ολοένα και πιο βαθειά την εθνική και συλλογική συνείδηση, απελευθερώνει ανορθολογικές πολιτικές αντιδράσεις, ενοποιεί τα άκρα, παράγει ανομία και ανεξέλεγκτες ατομικιστικές αντιδράσεις. Η απώλεια της εμπιστοσύνης του πολίτη στο «εθνικό» μεταφράζεται ως συλλογικό πένθος και απελπισία, ως απόρριψη και αντίδραση απέναντι στους εκπροσώπους της πάλαι ποτέ νομιμοποιημένης εξουσίας.
Από την άλλη πλευρά είναι εύκολο να αποδώσουμε τα γιουχαΐσματα, τους προπηλακισμούς,  την παρεμπόδιση των παρελάσεων,  τις  ύβρεις, την ανοίκεια προσβολή ακόμα και στο θεσμό και στο πρόσωπο του Προέδρου της Δημοκρατίας σε ποικιλώνυμες  οργανωμένες ομάδες που έδρασαν βάσει σχεδίου. Σίγουρα υπήρχαν και αυτές, αλλά δεν θα αρκούσαν ποτέ για να δημιουργήσουν ένα τόσο γενικευμένο γεγονός, αν δεν υπήρχε η σιωπηρή ή θορυβώδης σύμπραξη του κόσμου. Όποιος παρέστη στις φετινές παρελάσεις, σε οποιαδήποτε πόλη της ελληνικής επικράτειας, θα παρατήρησε την πύκνωση των αντιδράσεων από πολλούς πολίτες, οι οποίοι εξέφραζαν, με διαφορετικούς τρόπους, την αποδοκιμασία τους απέναντι στους εκπροσώπους της πολιτικής τάξης. Τελικά, τι δεν καταλάβαμε; Έγιναν ξαφνικά αποδιοπομπαίοι όλοι οι πολιτικοί; Έχουν ευθύνη όλοι για όλα; Είναι όλοι ίδιοι; Φυσικά όχι!
Αυτό που κάποιοι αδυνατούν να καταλάβουν ακόμη και σήμερα είναι ότι οι πολίτες δεν ανέχονται, πλέον, να σιωπούν και να μην αντιδρούν όταν αλλάζει η ζωή τους δραματικά καθημερινά και, παράλληλα, να εμπιστεύονται μία πολιτική τάξη που συνεχίζει να τους «νουθετεί» και, ενίοτε, να κουνάει επιτιμητικά το δάκτυλο προς όλους, να συμπάσχει μαζί τους χωρίς να πάσχει η ίδια, να δείχνει «γενναία» εντός χωρικών ορίων, αλλά «φρόνιμη» εκτός και, τέλος, να παίζει το ψυχόδραμα των αλλαγών στην κινούμενη άμμο των πολιτικών εξελίξεων.
Έχω την εντύπωση ότι το «πολιτικό νηπιαγωγείο» τέλειωσε μαζί με τα χρόνια της αθωότητας και της ελπίδας. Όταν οι πολίτες δεν μπορούν να εκφρασθούν μέσα από την καταγραφή της λαϊκής βούλησης, μοιραία καταφεύγουν σε κραυγές. Όταν η πολιτική τάξη «σύρεται» σε αποφάσεις που αυτή η ίδια δείχνει να καταδικάζει, τότε ο πολίτης γίνεται θεατής στο θέατρο του πολιτικού παραλόγουΌταν η πλειονότητα των πολιτικών διστάζει  να εμφανισθεί ενώπιον των πολιτών από το φόβο των επεισοδίων ή της κατακραυγής, τότε απαιτούνται πολιτικές πρωτοβουλίες που θα προσδώσουν νέα νομιμοποίηση σε όποιους κληθούν να κυβερνήσουν.  Η αλλαγή της πολιτικής πραγματικότητας ταυτίζεται σήμερα με την αλλαγή του πολιτικού προσωπικού.
Δεν είναι ευάλωτοι οι σημερινοί πολιτικοί. Ούτε όλοι ίδιοι. Απλά, ο λόγος και η πολιτική πράξη πολλών εξ’ αυτών δεν αρκούν, πλέον, για την κατανόηση της επισφάλειας της ζωής των πολιτών! Αυτό συνδέει τη διακυβέρνηση με τη στοιχειώδη πολιτική ηθική και, τελικά, με τη νομιμοποίηση της πολιτικής. Η επισφάλεια του πολίτη πρέπει και μπορεί να οδηγεί σε πολιτικές ανατροπής της. Ήτοι, σε πολιτική διέξοδο, γιατί, ας έχουμε κατά νου, ότι δεν πρόκειται για διαχείριση της κανονικότητας, αλλά για διαχείριση της κρίσης.